isoprene$41107$ - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

isoprene$41107$ - translation to Αγγλικά

ANY UNSATURATED HYDROCARBON WITH STRUCTURE THAT IS A RESULT OF THE ASSEMBLING OF FIVE-CARBON ISOPRENE UNITS
Terpenes; Hemiterpene; Sesterterpene; Hemiterpenes; Hemiterpenoid; Sesterterpenoid; Polyterpenoid; Norisoprenoids; Tetraterpenoids; Prene; Norisoprenoid; Isopremoid; C13-norisoprenoids; C13-norisoprenoid; Isoprene rule; Isoprene unit; Isopentyl unit; Biogenetic Isoprene Rule; Biogenetic isoprene rule; Biogenic isoprene rule; Biosynthesis of terpenes
  • Summary of an industrial route to geranyl alcohol from simple reagents.
  • Many terpenes are derived commercially from conifer resins, such as those made by this [[pine]].
  • isbn=978-3-540-66573-1}}</ref>

isoprene      
n. isoprene (sostanza chimica usata per creare gomma sintetica)

Ορισμός

isoprene
['??s?(?)pri:n]
¦ noun Chemistry a volatile liquid hydrocarbon whose molecule forms the basic structural unit of rubber.
Origin
C19: appar. from iso- + pr(opyl)ene.

Βικιπαίδεια

Terpene

Terpenes () are a class of natural products consisting of compounds with the formula (C5H8)n for n > 1. Comprising more than 30,000 compounds, these unsaturated hydrocarbons are produced predominantly by plants, particularly conifers. Terpenes are further classified by the number of carbons: monoterpenes (C10), sesquiterpenes (C15), diterpenes (C20), as examples. The terpene alpha-pinene, is a major component of the common solvent, turpentine.